Η θεολογική παράδοση δε μας δίνει πολλές πηγές όταν επιθυμούμε να αναλύσουμε τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά που καθορίζουν μια θρησκεία και τη διαφοροποιούν από άλλου είδους πεποιθήσεις, ιδεολογίες ή κοινωνικές ομάδες.
Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε έννοιες και σύγχρονες βάσεις που μας επιτρέπουν να παρέχουμε επιστημονική άποψη σχετικά με το θρησκευτικό φαινόμενο, αλλά χωρίς να ξεχνάμε ότι αυτό είναι μια ατομική και προσωπική εμπειρία της πνευματικότητας και ως τέτοια ξεφεύγει από κάποια από τα κοινώς χρησιμοποιούμενα επιχειρήματα από άλλες κοινωνικές επιστήμες.
Αυτή η προσέγγιση ανοχής και διαθρησκευτικού διαλόγου αποτελεί μια πρόκληση και μια απόλυτη αναγκαιότητα στη σύγχρονη κοινωνία μας, όπως τονίζεται από διάσημους θεολόγους, σαν τον Λέοναρντ Μποφ και τον Χανς Κουνγκ.
Όπως ακριβώς η λέξη θρησκεία ορίζεται (από το Λατινικό re-ligare: ενώνω ή επανενώνω) ως μια κοινότητα ατόμων ενωμένων κάτω από μια πίστη, μια πρακτική ή μορφή λατρείας, έτσι μπορεί να θεωρηθεί η ίδια η θρησκεία. Φυσικά, αυτή η κοινότητα πρέπει να ενώνεται από μια αναζήτηση για «το θεϊκό» και να καθορίζεται από τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων της ανθρώπινης ζωής. Αυτός είναι ο λόγος που στην ιστορία των θρησκειών λέγονται πολλά για την εμπειρία και την προσωπική επαφή με «το ιερό».
Μια αναβαθμισμένη ιδέα για την αξιοπρέπεια του ατόμου, η γνώση και η αναγνώριση για κάτι που ονομάζεται «ιερό» δεν είναι αποκλειστικά χριστιανικά, αλλά αποτελούν την ουσία όλων των θρησκειών. Αυτό αναγνωρίστηκε από τη δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού στο κείμενο της Dignitatis Humanae σχετικά με τη θρησκευτική πίστη και καθαρότητα.
Υπάρχουν άλλα θρησκευτικά φαινόμενα, όπως ο Βουδισμός και ο Τζαϊνισμός, στα οποία, αν και δεν υπάρχει κάποια ιδέα περί Θεού στις αναφορές τους, στην πράξη έχουν μια μορφή σεβασμού και ευλάβειας προς την «ιερή θεότητα», ως ένα γενικό στοιχείο με χαρακτηριστικά πολύ πιο γενικά απ’ ό,τι οι «συγκεκριμένοι θεοί» του Χριστιανισμού, του Μουσουλμανισμού ή του Ιουδαϊσμού.
Το να διατηρείς μια συγκεντρωτική ιδέα της θρησκείας βασισμένη μόνο στην εμπειρία κάποιου και το να εξαιρείς άλλες ιδιαιτερότητες δεν μπορεί παρά αυτό να αποτελεί μια μορφή φονταμενταλισμού (αυστηρής τήρησης αρχών) η οποία παραβιάζει το πιο βασικό κριτήριο της θρησκευτικής ελευθερίας.
Η θρησκεία είναι, έτσι, μια απόλυτη αναγκαιότητα, τίποτα λιγότερο από ένα στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, την οποία αισθάνεται το άτομο προκειμένου να «επικοινωνήσει με το άπειρο»· είναι η πηγή της διατήρησης της ανθρώπινης ύπαρξης και αυτό από το οποίο εξαρτάται ο άνθρωπος σε πολλές από τις
Όπως επιβεβαίωσε ο Μαξ Μίλερ (Max Muller), «αυτός που γνωρίζει μόνο μια θρησκεία, δε γνωρίζει καμία», κάτι το οποίο θα εξέφραζε την παραπάνω ιδέα με πλήρη ακρίβεια. Ο Ντιρκέιμ (Durkheim) ο ίδιος ερμηνεύει αυτό το φαινόμενο:
Είναι συνηθισμένο το να χρησιμοποιήσει κανείς γνωστά πρότυπα προκειμένου να καθορίσει το άγνωστο. Αυτή είναι μια διαδικασία που χρησιμοποιείται σε υπερβολικό βαθμό από κοινωνικούς ερευνητές σε πολλές περιπτώσεις. Τυχόν καταχρηστική συγκριτική ανάλυση θα οδηγήσει χωρίς αμφιβολία σε παρωπίδες, όσον αφορά τα πρότυπα συμπεριφοράς, πίστης ή εμπειριών, αφού όλα αυτά δεν μπορούν να ερμηνευτούν πάρα μόνο παραβλέποντας κάθε άλλον παράγοντα και ομοιότητες σχετικές μ’ αυτά.
Η θρησκεία είναι προφανώς η αναζήτηση, έμφυτη στον άνθρωπο, την οποία πραγματοποιεί το πνεύμα ώστε να αντιληφθεί το «άπειρο»· είναι η έντονη επιθυμία και προσπάθεια του όντος σχετικά με την αίσθηση του ανεκπλήρωτου πόθου του για άπειρο. Η θρησκεία είναι, έτσι, μια απόλυτη αναγκαιότητα, τίποτα λιγότερο από ένα στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, την οποία αισθάνεται το άτομο προκειμένου να «επικοινωνήσει με το άπειρο»· είναι η πηγή της διατήρησης της ανθρώπινης ύπαρξης και αυτό από το οποίο εξαρτάται ο άνθρωπος σε πολλές από τις
Για να κατανοήσουμε μια θρησκεία σαν τη Σαηεντολογία είναι αναγκαίο να αποτιμήσουμε πολύ διαφορετικές πτυχές, όπως αυτές που καθορίζονται από σύγχρονους ειδικούς του αντικειμένου (βλέπε Μπράιαν Γουίλσον – Η Κοινωνική Διάσταση του Σεχταρισμού, 1990 και Αϊλίν Μπάρκερ – Νέα Θρησκευτικά Κινήματα: Μια Προοπτική για να Κατανοήσουμε την Κοινωνία, 1990). Ανάμεσα στις πολλές πιθανές προσεγγίσεις έχω ξεχωρίσει αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικειμενική και επιστημονική όψη του θέματος με βάση τις πτυχές τις οποίες απαριθμώ εδώ:
1. Η φιλοσοφική και δογματική πτυχή. Σ’ αυτή συμπεριλαμβάνω ολόκληρο τον κορμό των πίστεων, γραφών και δογμάτων που εμπεριέχουν τα τρία θεμελιώδη τμήματα της θρησκευτικής γνώσης: το Υπέρτατο Ον, τον Άνθρωπο και τη Ζωή.
2. Η τελετουργική πτυχή. Αυτή συμπεριλαμβάνει το σύνολο των τελετών, τελετουργιών και θρησκευτικών πρακτικών που εφαρμόζονται στο θρησκευτικό φαινόμενο που βιώνουν οι Σαηεντολόγοι.
3. Η πτυχή της οικουμενικής οργάνωσης.Είναι μια πτυχή μεγάλης σημασίας, γιατί εξυπηρετεί στο να καθοριστεί η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των θρησκειών και των πίστεων που τώρα αναπτύσσονται μ’ αυτές που έχουν ήδη σχηματιστεί και αναπτυχθεί πλήρως.
4. Η πτυχή του σκοπού ή του τελικού στόχου.Εδώ βρίσκεται ο καθορισμός ενός σκοπού της ζωής και το τελικό επίτευγμα του πνευματικού στόχου ο οποίος οδηγεί στον σκοπό που προσφέρει η Σαηεντολογία στους πιστούς της.