ΤΜΗΜΑ IV: ΕΝΑΣ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

Μέχρι στιγμής, η νομολογία των Ηνωμένων Πολιτειών έχει επιζήσει για πάνω από 200 χρόνια χωρίς επίσημο ορισμό της θρησκείας, και ελπίζουμε ότι κανένα δικαστήριο ή κυβερνητική υπηρεσία δε θα αισθανθεί την υποχρέωση να συνθέσει έναν τέτοιον ορισμό, δεδομένου ότι αυτό θα έτεινε να αναγκάσει όλες τις νεοεμφανιζόμενες θρησκείες να συμμορφώνονται στην προκρούστεια κλίνη του. Επιπλέον, αν η «θρησκεία» πρόκειται να είναι μια προνομιούχα κατηγορία του αστικού δικαίου, όπως −ευτυχώς και σοφά− θεωρήθηκε ότι είναι από τους συγγραφείς της Πρώτης Τροπολογίας του Συντάγματος, αυτός ο όρος θα πρέπει να εφαρμοστεί από το αστικό δικαστήριο για να συμπεριλάβει ή να αποκλείσει τους ενάγοντες από τα οφέλη του − ακόμη κι αν είναι μέτρια.

Ο όρος «θρησκεία» δε χρειάστηκε να οριστεί στην Πρώτη Τροπολογία, επειδή όλοι γνώριζαν γενικά σε τι αναφερόταν. Ακόμα και σήμερα υπάρχει μια μικρή σύγχυση σχετικά με το τι είναι «θρησκεία» στο 95% των περιπτώσεων. Είναι οι οριακές ερωτήσεις που αφορούν νέες και αντισυμβατικές θρησκείες ή ομάδες οι οποίες δηλώνουν ότι αυτές είναι θρησκεία που προκαλούν τη σύγχυση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το αστικό δικαστήριο μπορεί να αναφέρεται σε ομοιότητες με σώματα ήδη αναγνωρισμένα ως θρησκεία, αλλά έχουμε δει παραπάνω πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό το έργο. Και πόσο κοντά πρέπει να είναι αυτή η ομοιότητα; Ποια στοιχεία ομοιότητας είναι απαραίτητα και ποια είναι προαιρετικά; Και ποια στοιχεία από ποιες πηγές θα πρέπει να επικαλεστεί ο δικαστής για να πάρει μια απόφαση;

Το Ανώτατο Δικαστήριο σοφά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο δικαστής δεν μπορεί να αξιολογήσει την αλήθεια ή το ψέμα των πεποιθήσεων των αιτούντων (ΗΠΑ εναντίον Ballard, Τόμος 322 στα Αρχεία των ΗΠΑ, σελ. 78 [1944]), ούτε αν είναι θεϊστικές (Torcaso, Seeger και Welsh, κλητεύσεις υπέρ), ούτε και ερευνά καθόλου το περιεχόμενο των δογμάτων και των αρχών (Πρεσβυτεριανή Εκκλησία εναντίον Mary Elizabeth Blue Hull Memorial Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας, Τόμος 393 Αρχεία των ΗΠΑ, σελ. 440 [1969]). Ίσως μια πιο διεισδυτική εξέταση μπορεί να επιχειρηθεί στο όριο, πριν, δηλαδή, μια ομάδα αναγνωριστεί ως θρησκεία, αλλά ακόμη κι εδώ ο δικαστής είναι περιορισμένος ως προς το βάθος στο οποίο μπορεί να εισχωρήσει (πρβλ. Ballard). Το δικαστήριο δεν μπορεί να καθορίσει τι περιεχόμενο ή τι δομή πρέπει να επιδείξει μια ομάδα για να θεωρηθεί «θρησκευτική», ούτε, ακόμη και μέσα σε ένα ευρύ πλαίσιο, ποια συμπεριφορά θα αποκλείσει μια ομάδα. (Στις περιπτώσεις των Μορμόνων, στους οποίους η Εταιρεία της Εκκλησίας των Αγίων της Τελευταίας Ημέρας διαλύθηκε επειδή δίδασκε και ασκούσε την πολυγαμία (1890), το δικαστήριο έφτασε σε αποτελέσματα στα οποία τα δικαστήρια πιθανότατα δε θα έφθαναν σήμερα, αλλά ακόμη κι αυτά τα δραστικά μέτρα δεν υποστηρίζουν ότι ο Μορμονισμός δεν ήταν θρησκεία, πάρα μόνο πως θα απαγορευόταν η διδασκαλία του περί πολυγαμίας.) 2

Αυτό που μπορούν να κάνουν τα δικαστήρια −και το έχουν κάνει στην περίπτωση Seeger και Welsh − είναι να εξετάσουν τη λειτουργία της θρησκείας για να δουν αν «καταλαμβάνει στη ζωή του κατόχου της μια θέση ανάλογη με αυτή που καλύπτεται από τον Θεό εκείνων που ομολογουμένως ικανοποιούν τις απαιτήσεις για τη φοροαπαλλαγή» (Seeger εναντίον ΗΠΑ, Τόμος 30, Αρχεία των ΗΠΑ, σελ. 163). Για να το κάνουν αυτό, θα πρέπει να βασίζονται σε αποδεικτικά στοιχεία, όχι από ξένους ή αποστάτες, αλλά από τους μοναδικούς αρμόδιους μάρτυρες που είναι σε θέση να γνωρίζουν αν πράγματι βρήκαν στον οργανισμό την παρηγοριά που υπόσχεται η εν λόγω θρησκεία: τους τωρινούς καταναλωτές, τους τωρινούς πιστούς της ομάδας που ισχυρίζεται ότι είναι θρησκεία.

Πώς μπορεί να ξέρει το δικαστήριο αν αυτό που αποκτούν από τον οργανισμό είναι πράγματι η παρηγοριά της θρησκείας; Υπάρχει μια σημαντική βιβλιογραφία αφιερωμένη στον προσδιορισμό ή στην περιγραφή τού τι είναι αυτό που παρέχει η θρησκεία για τα ανθρώπινα όντα και τις κοινωνίες των ανθρώπων, ξεκινώντας από τον Durkheim (Στοιχειώδεις Μορφές της Θρησκευτικής Ζωής) και φτάνοντας στον Weber (Κοινωνιολογία της Θρησκείας). Δυστυχώς, οι ακαδημαϊκοί συγγραφείς στο θέμα της λειτουργίας της θρησκείας δε συμφωνούν μεταξύ τους για το ποια είναι αυτή η λειτουργία. Αλλά οι διαφορετικές τους απόψεις μπορούν να υπαχθούν κάτω από μια ευρύτερη επικεφαλίδα: Η θρησκεία είναι αυτή η μορφή της ανθρώπινης δραστηριότητας που παρέχει μια εξήγηση στους πιστούς της για το υπέρτατο νόημα της ζωής. (Η περιγραφή αυτή εξηγείται με περισσότερες λεπτομέρειες στα προηγούμενα έργα του συγγραφέα, Γιατί οι Συντηρητικές Εκκλησίες Αυξάνονται, Harper & Row, 1972, 1977, σελ. 37-41, και Γιατί οι Εκκλησίες δεν Πρέπει να Πληρώνουν Φόρους, Harper & Row, 197, σελ. 59-69.)

Υπάρχουν αρκετές δευτερεύουσες πλευρές σε αυτή την περιγραφή που δεν πρέπει να παραβλέπονται.

α. Αυτό προϋποθέτει ότι μια ομάδα ισχυρίζεται ότι είναι θρησκεία. Η Σαηεντολογία έχει κάνει σίγουρα αυτή τη δήλωση.

β. Ένας οργανισμός που ισχυρίζεται ότι είναι θρησκεία πρέπει να έχει ένα σώμα από πιστούς, επαρκούς συνέχειας, ώστε να είναι αναγνωρίσιμοι στην πάροδο του χρόνου, και έναν επαρκή αριθμό, ώστε να υποστηρίζουν τον οργανισμό με την εθελοντική συνεισφορά τους. Η Σαηεντολογία σίγουρα έχει ένα τέτοιο σώμα από πιστούς.

γ. Ο οργανισμός που ισχυρίζεται ότι είναι θρησκεία πρέπει να προσφέρει κάποια εξήγηση για το υπέρτατο νόημα της ζωής, τέτοια που να ικανοποιεί τις ανάγκες των πιστών του. Αυτή είναι η κρίσιμη ερώτηση που κατέστησε αναγκαίες τις συνεντεύξεις με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα καταναλωτών αυτού που θα μπορούσε να είναι θρησκεία της Σαηεντολογίας. Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας;

2. Ο νόμος του Κογκρέσου του 1887 που δεν περιελάμβανε την Εκκλησία των Μορμόνων και έκανε κατάσχεση της ιδιοκτησίας τους στις Ηνωμένες Πολιτείες περιείχε μια προϋπόθεση: «ότι κανένα κτήριο… που κατέχεται και κατοικείται αποκλειστικά για τους σκοπούς της λατρείας του Θεού… δε θα κατασχεθεί». Πρώην Εταιρεία της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών εναντίον

V. Σύστημα Σκέψης
ΚΑΝΤΕ ΛΗΨΗ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΒΙΒΛΟΥ