IX.I. Ακαδημαϊκεσ Αποτιμησεισ για το τι Συνιστα Θρησκεια
Η ακαδημαϊκή αποτίμηση για το τι συνιστά θρησκεία βασίζεται, σε τελική ανάλυση, στην παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς: τα παρατηρήσιμα φαινόμενα παρέχουν τις κατάλληλες εμπειρικές αποδείξεις για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών της θρησκείας, όπως αυτή εφαρμόζεται. Η ανάπτυξη ακαδημαϊκών σχολών σκέψης που δεσμεύονται να είναι αντικειμενικές, να μη συνδέονται άμεσα με το αντικείμενο που μελετούν και να τηρούν δεοντολογική ουδετερότητα, και η μείωση της επιρροής των κανονιστικών προσεγγίσεων (που συνήθως απαντώνται στη Θεολογία) έχει προσφέρει νέες βάσεις για την αξιολόγηση του τι συνιστά τη θρησκεία.
ΙΧ.ΙΙ. Η Θρησκευτικη Υποσταση τησ Σαηεντολογιασ
Συμφωνα με την Αποτιμηση των Ακαδημαϊκων
Οι ακαδημαϊκοί κοινωνιολόγοι, στο πεδίο μελέτης των οποίων ανήκει η αντικειμενική μελέτη των θρησκευτικών κινημάτων, αναγνωρίζουν γενικά τη Σαηεντολογία ως θρησκεία. Μια έκθεση για τη Σαηεντολογία περιλαμβάνεται στο βιβλίο Religious Movements in Contemporary America (Θρησκευτικά Κινήματα στη Σύγχρονη Αμερική), εκδόσεις Ίρβινγκ Ι. Ζαρέτσκι και Μαρκ Π. Λεόν, (Ίνγκλγουντ Κλιφς, στο Νιου Τζέρσεϊ, Πρέντις Χολ, 1973), στο οποίο ο συγγραφέας αναφέρεται αδιαμφισβήτητα στη Σαηεντολογία ως θρησκεία. Σε ένα έργο που επιμελήθηκε η Βρετανή κοινωνιολόγος, Αϊλίν Μπάρκερ, Θεοί και Άνθρωποι: Νέα Θρησκευτικά Κινήματα στη Δύση, (Μακόν, Τζόρτζια, Εκδοτικός Οίκος του Πανεπιστημίου Μέρσερ, 1983), η Σαηεντολογία αναφέρεται, χωρίς κάποια πολυπλοκότητα, σε τρεις από τις τέσσερις εργασίες που καταπιάνονται
Σε μια σύντομη μελέτη αφιερωμένη στη μελέτη των σεκτών, ο συγγραφέας του παρόντος (Μπράιαν Γουίλσον, Θρησκευτικές Σέκτες, [Λονδίνο: Γουέιντενφελντ και Νέα Υόρκη, ΜακΓκρό Χιλ, 1970]), παρουσίαζε μια ταξινόμηση των ειδών σέκτας και η Σαηεντολογία περιλαμβανόταν: τη θεωρούσα (και εξακολουθώ να τη θεωρώ) ως ένα αδιαμφισβήτητα θρησκευτικό σώμα. Σε εκείνη την εργασία, η Σαηεντολογία ταξινομούνταν ως παρόμοιου κοινωνιολογικού είδους με τη Χριστιανική Επιστήμη, τη Θεοσοφία, τον Κύκλο των Εθέριους και διάφορα κινήματα της Νέας Σκέψης (όπως η Εκκλησία της Θρησκευτικής Επιστήμης, η Σχολή Ενότητας του Χριστιανισμού και η Θεία Επιστήμη).
Το 1990, δημοσίευσα ένα βιβλίο με τίτλο Οι Κοινωνικές Διαστάσεις των Σεκτών, (Οξφόρδη, Εκδοτικός Οίκος Κλάρεντον), μια συλλογή από μελέτες σχετικά με διάφορες σέκτες και νέα θρησκευτικά κινήματα. Ένα κεφάλαιο με τίτλο «Σαηεντολογία: Μια Κοσμικοποιημένη Θρησκεία», ήταν ειδικά αφιερωμένο στο ερώτημα του κατά πόσον η Σαηεντολογία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι θρησκεία και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η Σαηεντολογία όντως θα πρέπει να αναγνωριστεί ως θρησκεία, και μάλιστα ως μια θρησκεία που περιλαμβάνει έννοιες και διδάγματα που συνάδουν με τη σύγχρονη κοσμικοποιημένη και ορθολογική κοινωνία.
Πιο πρόσφατες κοινωνιολογικές μελέτες υιοθετούν την ίδια θέση. Έτσι, ο Δόκτωρ Πίτερ Κλαρκ, Διευθυντής του Κέντρου για Νέες Θρησκείες στο Κολλέγιο Κινγκς, στο Λονδίνο, κατά την εκτίμηση του μεγέθους και της ανάπτυξης των νέων θρησκευτικών κινημάτων στην Ευρώπη, στο βιβλίο του Οι Νέοι Ευαγγελιστές (Λονδίνο, 1987), δε διστάζει να συμπεριλάβει τη Σαηεντολογία στις θρησκείες. Στο βιβλίο του, Αντιπαραθέσεις Σχετικά με τις Αιρέσεις: η Κοινωνική Ανταπόκριση στα Νέα Θρησκευτικά Κινήματα, (Λονδίνο, 1985), ο Καθηγητής Τζέιμς Α. Μπέκφορντ, τώρα Καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γουόργουικ, χρησιμοποιεί –ως ένα νεύμα προς τις προκαταλήψεις του κοινού– τον όρο «αίρεση», αλλά το κάνει μόνο αφού δηλώσει από την αρχή ότι χρησιμοποιεί τον όρο χωρίς καμία υποτιμητική χροιά. Πιο σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι, χωρίς περιστροφές, αναγνωρίζει τη Σαηεντολογία ως θρησκεία. Γράφει:
IX.ΙΙΙ. Ειναι η Σαηεντολογια Θρησκεια; – Καθηγητής Φλιν
Σε μια συλλογή ακαδημαϊκών εργασιών που επιμελήθηκε ο Ιησουΐτης κοινωνιολόγος, Καθηγητής Τζόζεφ Χ. Φίχτερ, Κοινωνία του Χριστού, του πανεπιστημίου Λογιόλα, Νέα Ορλεάνη, (Εναλλακτικές για τις Αμερικανικές Κύριες Εκκλησίες, Νέας Υόρκη: Εκδοτικός Οίκος Ρόουζ οφ Σάρον, 1983), ο Φρανκ
Πολλοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η Σαηεντολογία είναι μια διανοητική θεραπεία μεταμφιεσμένη ως θρησκεία. Η ουσία της ερώτησης, ωστόσο, είναι το αν μπορεί κάποιος να διαχωρίσει τη θεραπεία από τη θρησκεία ή ακόμα και τη φιλοσοφία από έναν κανόνα που δεν αλλάζει. Η λέξη θεραπεύω εμφανίζεται συχνά στην Καινή Διαθήκη, και αναφέρεται τόσο στην πνευματική όσο και τη σωματική θεραπεία από τον Ιησού της Ναζαρέτ...
Αν και η Διανοητική είχε θρησκευτικές και πνευματικές τάσεις, δεν ήταν μια θρησκεία με την πλήρη έννοια του όρου... Η Διανοητική δεν υποσχόταν κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «υπερβατική» ανταμοιβή ως το σύνηθες αποτέλεσμα της θεραπείας. Παρ’ όλα αυτά, υποσχόταν «υπερ-φυσιολογική» ανταμοιβή... Δεύτερον, όταν το κίνημα ήταν στη φάση της Διανοητικής, δεν εντοπίζονταν έγγραμμα πριν το εμβρυϊκό στάδιο... Τρίτον, η Διανοητική είχε μόνο τέσσερα «δυναμικά» ή «παρορμήσεις για επιβίωση» – του εαυτού, του σεξ, της ομάδας και της Ανθρωπότητας... Τέταρτον, στις τεχνικές του ώντιτινγκ στη φάση της Διανοητικής δε χρησιμοποιούνταν το «Ηλεκτρόμετρο».
Έχει υπάρξει πολλή συζήτηση σχετικά με το πότε άρχισε η Σαηεντολογία να είναι θρησκεία. Μπορεί κανείς να εντοπίσει αυτή τη στιγμή στην ίδρυση του Διεθνούς Συλλόγου Σαηεντολόγων στο Φίνιξ της Αριζόνα, το 1952, και, αργότερα, στην ίδρυση της Ιδρυτικής Εκκλησίας της Σαηεντολογίας, το 1954. Η απόκτηση νομικής υπόστασης, ωστόσο, δε μας λέει πότε διαμορφώθηκαν ορισμένες θρησκευτικές έννοιες στη συνείδηση της εκκλησίας. Αυτές οι συζητήσεις, ωστόσο, θυμίζουν τις διαφωνίες κατά τον 19ο αιώνα σχετικά με το πότε ξεκίνησε ο Χριστιανισμός: κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού; Στην Πεντηκοστή; Μέσω του λειτουργήματος του Παύλου και των Αποστόλων;
Ο Φλιν στη συνέχεια εξετάζει τους τέσσερις παράγοντες που αναφέρθηκαν παραπάνω για τη μετάβαση από τη Διανοητική στη Σαηεντολογία, σημειώνοντας ότι ο πρώτος παράγοντας, η μετατόπιση προς υπερβατικούς στόχους, χαρακτηρίζεται από τη μετατόπιση από τον στόχο του «Κλήαρ» στον στόχο της επίτευξης του «Λειτουργικού Θήταν», και προσθέτει: «Η έννοια “θήταν” δεν αναφέρεται πλέον σε μια διανοητική κατάσταση, αλλά είναι ανάλογη με τη χριστιανική έννοια του “πνεύματος” ή της “ψυχής” που είναι αθάνατα και ανώτερα του εγκεφάλου ή της διάνοιας».
Ο Φλιν προσθέτει αυτό το επιπλέον σχόλιο:
Η λέξη religion (θρησκεία) προέρχεται από το religare που σημαίνει «ενώνω ξανά». Αυτό με οδηγεί στον ευρύ ορισμό της θρησκείας ως ένα σύστημα πεποιθήσεων που εκφράζονται με σύμβολα και το οποίο ενώνει τις ζωές ατόμων και/ή ομάδων, το οποίο οδηγεί σε ένα σύνολο θρησκευτικών πρακτικών (τελετουργικά), και το οποίο συντηρείται από έναν οργανωμένο τρόπο ζωής. Οι πεποιθήσεις, οι πρακτικές και ο τρόπος ζωής ενώνουν τις ζωές των ανθρώπων, έτσι ώστε να δώσουν στην ύπαρξή τους κάποια υπέρτατη σημασία. Αν και όλες οι θρησκείες έχουν στοιχειώδη στοιχεία και των τριών αυτών πτυχών, μερικές, για παράδειγμα, τονίζουν το οργανωτικό σύστημα, ή τον τρόπο ζωής, περισσότερο από το σύστημα πεποιθήσεων ή τις τελετουργικές πρακτικές. Στη Σαηεντολογία βλέπουμε ένα παράδειγμα μιας ομάδας που ξεκίνησε με θρησκευτικές πρακτικές (τις τεχνικές του ώντιτινγκ), σύντομα ανέπτυξε μια ισχυρή εκκλησιαστική δομή και μόνο τότε επισημοποίησε το σύστημα πεποιθήσεών της σε ένα δόγμα. Αυτό δε σημαίνει ότι το σύστημα πεποιθήσεων δεν υπήρχε σε λανθάνουσα μορφή στα πρώιμα στάδια της εξέλιξης της Εκκλησίας. Απλώς δεν ήταν κωδικοποιημένο με έναν τυπικό τρόπο όπως ήταν η οργανωτική τεχνολογία από την αρχή.
Λέγοντας «ισχυρή εκκλησιαστική δομή», ο Φλιν παραπέμπει στη γενική οργάνωση της Σαηεντολογίας και το σύστημα που αυτή έχει, με τα ιεραρχικά οργανωμένα μαθήματα και τις διαδικασίες του ώντιτινγκ.