H OΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Ο αγώνας για τη θρησκευτική ελευθερία βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χιλιάδες χρόνια. Παρ' όλα αυτά, η δημιουργία νομικών υποχρεώσεων αναφορικά με τα διεθνή ανθρώπινα δικαιώματα, με σκοπό τον καθορισμό και την προστασία αυτού του δικαιώματος δεν είχε συμβεί πριν από την υιοθέτηση της Οικουμενικής Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1948 («Universal Declaration»), το Άρθρο 18 της οποίας ορίζει: «Ο Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας».

Η Οικουμενική Διακήρυξη δημιουργήθηκε ως απάντηση για τη φρίκη του Ολοκαυτώματος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Πριν από το Ολοκαύτωμα, πολλοί υποστήριζαν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούσαν ενδοκρατική υπόθεση, η οποία θα έπρεπε να εποπτεύεται και να επιβάλλεται στο εσωτερικό κάθε χώρας από την κυβέρνησή της. Αυτή η άποψη εξελίχθηκε, καθώς ο κόσμος έμαθε την έκταση των φρικαλεοτήτων, πράγμα που οδήγησε σε ένα κίνημα για τη διεθνή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία ήταν παγκόσμια και αναφαίρετα.

Η σημασία της θρησκευτικής ελευθερίας ως ένα βασικό ανθρώπινο δικαίωμα υιοθετήθηκε από την παγκόσμια κοινότητα στην Οικουμενική Διακήρυξη. Στην πρώτη κιόλας φράση της εισαγωγής, η Οικουμενική Διακήρυξη δηλώνει ότι: «Η αναγνώριση της αξιοπρέπειας, που είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας, καθώς και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων τους, αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο». Αυτή ακριβώς η αναγνώριση της αξιοπρέπειας, της ανθρωπότητας έχει γίνει η κινητήρια δύναμη για την προστασία και την προώθηση της θρησκευτικής ελευθερίας και όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το 1966, τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) ψήφισαν μια νομικά δεσμευτική συνθήκη, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Σύμφωνο), η οποία επεξέτεινε το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων και εφοδίασε την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ένα σώμα ανεξάρτητων ειδικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα) με την εξουσία να επιτηρούν την εφαρμογή του Συμφώνου. Αυτή η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ το 1976. Το Σύμφωνο μαζί με την Οικουμενική Διακήρυξη και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα (ICESCR), απαρτίζουν τη Διεθνή Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η Διακήρυξη του ΟΗΕ για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Μισαλλοδοξίας και των Διακρίσεων Λόγω Θρησκείας ή Πεποιθήσεων, όπως υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1981, έχει σχεδιαστεί για να εκφράσει την ισχυρή θέση των Ηνωμένων Εθνών ενάντια στις θρησκευτικές διακρίσεις και τη θρησκευτική μισαλλοδοξία. Περιγράφει, επίσης, λεπτομερώς τα εκτεταμένα δικαιώματα τα οποία καλύπτονται εντός του πλαισίου της θρησκευτικής ελευθερίας, με το να εκδηλώσει κάποιος τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.

ΕΝΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ

Η Ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα κάθε ανθρώπινου όντος. Είναι ένα οικουμενικό ανθρώπινο δικαίωμα που ισχύει για όλα τα άτομα εξίσου παντού, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι, πού ζουν, την ηλικία, το φύλο, τη φυλή ή την εθνικότητα, και τι πιστεύουν ή δεν πιστεύουν. [3]

Ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων είναι ένα ευρύ σύνολο δικαιωμάτων που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ξεχωριστών, αλλά συνδεόμενων θεμάτων. Το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων περιλαμβάνει την ελευθερία της συνείδησης και τη δέσμευση στη θρησκεία ή την πίστη σε όλα τα θέματα. [4] Δεν είναι ένα προνόμιο που παρέχεται από μια κυβέρνηση, αλλά ένα ατομικό, πατρογονικό δικαίωμα. Όπως μνημονεύεται στην Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: «Όλοι είναι προικισμένοι με αξιοπρέπεια και συνείδηση».

Το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων είναι εκ φύσεως και άρρηκτα συνυφασμένο με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, η ελευθερία τού συνασπίζεσθαι και οι οικουμενικές αρχές της μη διάκρισης και της ισότητας για όλους.

Η ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων ωφελεί τους πάντες. Αποτελεί ένα μέσο, μέσω ενεργειών βασιζόμενων στην πίστη, για την επίτευξη του εκδημοκρατισμού, της πολυφωνίας και της ασφάλειας· η ελευθερία της θρησκείας μειώνει, επίσης, τη φτώχεια μέσω της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Βρίσκεται στον πυρήνα των δημοκρατικών αρχών που συμβάλλουν σε μια ελεύθερη και ανοιχτή κοινωνία, την ηθική, τη διαφάνεια, το κράτος δικαίου, την ηθική μεταχείριση των άλλων, την ειρήνη και την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Σε αντίθεση, οι περιορισμοί του δικαιώματος της ελευθερίας της θρησκείας συμβάλλουν στην πόλωση και στις διακρίσεις μεταξύ κοινοτήτων, υπονομεύουν τον εκδημοκρατισμό και την ασφάλεια και ενθαρρύνουν εξτρεμιστικές ομάδες.

H ΠΛΗΜΜΥΡΙΔΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ

Σήμερα, το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων δέχεται επίθεση σε όλο τον κόσμο. Μια πρόσφατη παγκόσμια μελέτη από το Κέντρο Ερευνών Pew επικεντρώθηκε σε 197 χώρες και περιοχές που αποτελούν το 99,5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Διαπιστώνει ότι περίπου πέντε δισεκατομμύρια άνθρωποι, το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού, ζουν σε χώρες με υψηλούς κρατικούς περιορισμούς στη θρησκεία ή έντονες κοινωνικές εχθρότητες που έχουν σχέση με τη θρησκεία και οι οποίες, πολλές φορές, στοχεύουν εναντίον των θρησκευτικών μειονοτήτων.

Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι αυτοί οι αυστηροί περιορισμοί κατά της ελευθερίας της θρησκείας έχουν αυξηθεί σε όλο τον κόσμο. Η έκθεση παρέχει ουσιώδεις αποδείξεις ότι, σε καθεμία από τις πέντε μεγάλες περιοχές του κόσμου, συνέβη μια αύξηση του επιπέδου των περιορισμών στην ελευθερία της θρησκείας. [5]

ΕΥΡΥ ΚΑΙ ΒΑΘΥΣΤΟΧΑΣΤΟ

Το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων είναι ευρύ και βαθυστόχαστο. Πρόκειται για μια θεμελιώδη ελευθερία, η οποία περιλαμβάνει όλες τις θρησκείες και τις πεποιθήσεις. Προστατεύει θεϊστικές και μη θεϊστικές πεποιθήσεις, καθώς και το δικαίωμα κάποιου να δηλώνει άθρησκος. [6]

Όπως σημείωσε η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στην οριστική της ερμηνεία του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας στο πλαίσιο του Διατάγματος του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώµατα, οι όροι πεποιθήσεις και θρησκεία πρέπει να ερμηνευτούν ευρέως. Δεν περιορίζονται στις παραδοσιακές θρησκείες ή σε θρησκείες και πεποιθήσεις με θεσμικά χαρακτηριστικά ή πρακτικές ανάλογα μ’ αυτά των παραδοσιακών θρησκειών. Το δικαίωμα στην ελευθερία πεποιθήσεων περιλαμβάνει νεοϊδρυθείσες θρησκείες και θρησκευτικές μειονότητες που μπορεί να αντιμετωπίζονται εχθρικά από μια κυρίαρχη θρησκευτική κοινότητα. [7]

Ένα κοινό λάθος, όσον αφορά τους ορισμούς, είναι ότι απαιτείται να υπάρχει πίστη στον Θεό προκειμένου κάτι να θεωρηθεί θρησκεία. Τα πιο προφανή αντιπαραδείγματα είναι ο κλασικός βουδισμός, ο οποίος δεν είναι θεϊστικός, και ο Ινδουισμός, ο οποίος είναι πολυθεϊστικός. Ένας τέτοιος στενός ορισμός παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. [8]

ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΑΙ ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ

Ένα άτομο έχει ένα απόλυτο και άνευ όρων δικαίωμα να υποστηρίζει οποιαδήποτε θρησκεία ή πεποίθηση. Οι πεποιθήσεις δεν επιτρέπεται να περιορίζονται κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. [9]

Ο νόμος για τα διεθνή ανθρώπινα δικαιώματα δεν επιτρέπει τους οποιουσδήποτε περιορισμούς της ελευθερίας του ατόμου να έχει ή να υιοθετεί τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις της επιλογής του. Αυτή η ελευθερία είναι προστατευμένη άνευ όρων, όπως είναι και το δικαίωμα του καθενός να υποστηρίζει απόψεις χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις. Σύμφωνα με αυτά τα δικαιώματα, κανείς δεν μπορεί να υποχρεωθεί να αποκαλύψει την αφοσίωσή του προς μια θρησκεία ή πεποιθήσεις. Παρομοίως, από κανέναν δεν μπορεί να απαιτηθεί να δηλώσει τη μη αφοσίωσή του προς θρησκευτικές πεποιθήσεις προκειμένου να βρει εργασία ή να αποκτήσει άλλα κοινωνικά ή οικονομικά οφέλη. [10]

ΔΥΟ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Υπάρχουν δύο διαστάσεις στη θρησκευτική ελευθερία. Αυτό έχει να κάνει με το δικαίωμα του ατόμου και το δικαίωμα των θρησκευτικών κοινοτήτων να ασκούν ή να εκδηλώνουν τη θρησκεία τους, δημοσίως ή ιδιωτικά, μέσω «λατρείας, εθιμοτυπίας, πρακτικών και διδασκαλίας». [11]

Η πρώτη διάσταση καλύπτει τα δικαιώματα των ατόμων να εκδηλώνουν ελεύθερα τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις τους. Η δεύτερη διάσταση καλύπτει τα δικαιώματα των θρησκευτικών ομάδων, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μια κοινότητα ή τους ομοϊδεάτες τους, να εκδηλώνουν τη θρησκεία τους μέσω θρησκευτικών τελετών και κοινωνικών πρακτικών, καθώς και να δομούν τα εσωτερικά τους θρησκευτικά ζητήματα διά μέσου νομικών οντοτήτων και ιδρυμάτων.

[3] Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, άρθρο 18, Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, Άρθρο 18, Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Προώθηση και την Προστασία της Ελευθερίας της Θρησκείας ή των Πεποιθήσεων, ¶ 16.

[4] Επιτροπή των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, Γενικό Σχόλιο 22, ¶ 1.

[5] «Πλημμυρίδα Περιορισμών στη Θρησκεία», Σεπτέμβριος 2012, Κέντρο Ερευνών Pew.

[6] Επιτροπή των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, Γενικό Σχόλιο 22, ¶ 1.

[7] Βιβλιογραφικές παραπομπές, ¶ 2.

[8] Κατευθυντήριες Γραμμές για Αναθεώρηση της Νομοθεσίας που Σχετίζεται με τη Θρησκεία ή τις Πεποιθήσεις, Προετοιμασμένη από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του OSCE/ODIHR για τη Θρησκευτική Ελευθερία σε Συνεννόηση με την Επιτροπή της Βενετίας.

[9] Κατευθυντήριες Γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Προώθηση και την Προστασία της Ελευθερίας της Θρησκείας ή των Πεποιθήσεων, ¶ 12.

[10] Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, Γενικό Σχόλιο 22, ¶ 3.

[11] Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, άρθρο 18, Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το Άρθρο 18, Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Άρθρο 9.

X. Τα Δικαιώματα των Γονέων και των Παιδιών
ΚΑΝΤΕ ΛΗΨΗ ΤΟΥ PDF