Από το τέλος του Β′ Παγκοσμίου πολέμου το δικαίωμα όλων των ανθρώπινων όντων για θρησκευτική ελευθερία έχει διακηρυχθεί σε ψηφίσματα των διαφόρων διεθνών οργανισμών, στους οποίους περιλαμβάνονται τα Ηνωμένα Έθνη και το Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς και σε αποφάσεις των Συμφωνιών του Ελσίνκι. Οι κυβερνήσεις είναι επιφορτισμένες όχι μόνο να εγκαταλείψουν κάθε παλιά πολιτική θρησκευτικών διώξεων, αλλά και να ενεργούν θετικά, έτσι ώστε να προστατεύουν τη θρησκευτική ελευθερία, όσο οι θρησκευτικές πρακτικές μιας συγκεκριμένης σέκτας ή ενός συγκεκριμένου δόγματος δεν παραβαίνουν το κοινό ποινικό δίκαιο ή δεν καταπατούν τα δικαιώματα των άλλων πολιτών. Ιδιαίτερα, όταν απουσιάζει κάθε ακαδημαϊκή συναίνεση σχετικά με τον ορισμό της θρησκείας, τέτοια ψηφίσματα δεν εγγυώνται την εξάλειψη όλων των μορφών των θρησκευτικών διακρίσεων. Η κυβερνητική προτίμηση για μια θρησκεία (ή για περισσότερες) μπορεί ακόμη να εξακολουθεί να υφίσταται, όπως συμβαίνει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπου εγκαθιδρύεται διά νόμου μια συγκεκριμένη θρησκεία. Μια τέτοια προτίμηση μπορεί να παρέχει οικονομικά, φορολογικά ειδικότερα, πλεονεκτήματα σε συγκεκριμένους θρησκευτικούς φορείς, καθώς και κοινωνικά και πολιτικά προνόμια τα οποία αρνούνται να δώσουν σε άλλες θρησκείες. Ακόμη κι όταν τέτοιου είδους μέτρα διακρίσεων δε διατηρούνται με φανερό τρόπο (βάσει νόμων, εθίμων ή δικαστικών αποφάσεων), μπορεί να υπάρχουν διάφορες κυβερνητικές και κοινωνικές συμπεριφορές που ευνοούν κάποιους τύπους θρησκευτικών φορέων περισσότερο από άλλους. Ειδικότερα, μπορεί να υπάρχει επίσημη ή δημόσια υποψία για συγκεκριμένες θρησκευτικές οργανώσεις, ιδιαίτερα όταν οι διδαχές και οι πρακτικές της θρησκευτικής ομάδας είναι γενικά ασυνήθιστες, τόσο ασυνήθιστες που από την επίσημη πλευρά ή από την κοινή γνώμη μπορεί να θεωρηθούν ως «κατ’ ουσίαν μη θρησκευτικές». Το κοινό, και μερικές φορές οι αρχές, επικαλούνται ένα στερεότυπο για το πώς θα πρέπει να μοιάζει μια θρησκεία και πώς θα πρέπει να συμπεριφέρονται οι πιστοί. Θρησκευτικοί φορείς που αποκλίνουν πάρα πολύ ριζικά από αυτό το στερεότυπο μοντέλο, το οποίο ίσως να έχουμε ενστερνιστεί χωρίς να το συνειδητοποιούμε, μπορεί έτσι να φαίνονται ότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις κάλυψής τους από τη συνήθη ανεξιθρησκία. Μπορεί, όντως, να φαίνεται ότι δεν εμπίπτουν καθόλου στην κατηγορία τού τι πρέπει να θεωρηθεί θρησκεία ή ακόμη και να πρέπει να αντιμετωπίσουν την κατηγορία ότι λειτουργούν με τρόπους που αντιβαίνουν στον νόμο.