VII. Η Εσωτερική Συνοχή της Πίστης και της Πρακτικής

Αυτό που επίσης έγινε αντιληπτό ήταν ότι οι θρησκείες δεν έχουν πάντοτε εσωτερική συνοχή. Ακόμη και σε σχετικά μικρές, φυλετικές κοινωνίες υπάρχουν συχνά τελετουργίες και μύθοι μεγάλης πολυπλοκότητας, πράγματα που συχνά δεν καταφέρνουν να αποτελέσουν ένα συνεπές, εσωτερικά ενοποιημένο και συνεκτικό σύστημα. Η θρησκεία υποβάλλεται σε αλλαγές και οι μύθοι και οι τελετουργίες πολλαπλασιάζονται, καθώς μια κοινωνία αποκτά την εμπειρία της επαφής με γειτονικούς ανθρώπους ή εισβολείς. Διαφορετικές τελετουργίες και δοξασίες μπορεί να σχετίζονται με διαφορετικές καταστάσεις, καθώς και επείγουσες καταστάσεις (π.χ. για την πρόκληση βροχής, για την εξασφάλιση γονιμότητας στη σοδειά, στα ζώα και στις γυναίκες, την παροχή προστασίας, την επισύναψη συμμαχιών, το ξεκίνημα γενεών κ.λπ.). Όλες αυτές οι δραστηριότητες κατευθύνονται προς υπερφυσικές δυνάμεις (όπως κι αν καθορίζονται) και αναγνωρίζονται από τους ειδήμονες ως θρησκευτικές. Οι κώδικες της θρησκευτικής πίστης και πρακτικής σε κοινωνίες που είναι πιο προηγμένες από τεχνική άποψη είναι, γενικά, περισσότερο διεξοδικά διατυπωμένοι και απεικονίζουν μεγαλύτερη εσωτερική συνοχή και σταθερότητα, αλλά ακόμη και στα προηγμένα συστήματα συνεχίζουν να υπάρχουν στοιχεία ποικιλομορφίας. Κανένα θεολογικό σύστημα ή σχηματοποίηση δοξασιών αναφερόμενη στο υπερφυσικό δεν είναι πλήρως συναφής σε καμία από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου. Πάντοτε υπάρχουν ανεξήγητα κατάλοιπα και μερικές φορές ανοικτές αντιφάσεις. Στις περισσότερες, αν όχι σε όλες τις κοινωνίες, υπάρχουν, ανάμεσα στον λαό εν γένει, απομεινάρια από προγενέστερους θρησκευτικούς προσανατολισμούς, όπως τα λαϊκά θρησκευτικά στοιχεία. Τα θρησκευτικά συστήματα που έχουν αντικατασταθεί από άλλα αφήνουν συχνά τα υπολείμματά τους σ’ αυτά που τα αντικατέστησαν. Έτσι, η πρακτική της αφιέρωσης ταμάτων και η οργάνωση λιτανειών, πράγματα που είναι χαρακτηριστικά των παγανιστικών θρησκειών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εισχώρησαν στις χριστιανικές εκδηλώσεις, ακριβώς όπως διάφοροι προγενέστεροι μύθοι της Μέσης Ανατολής είχαν απήχηση στη χριστιανική διδασκαλία. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, παγανιστικές θεότητες μεταμορφώθηκαν ελαφρώς και έγιναν χριστιανοί άγιοι, και πιο πρόσφατα, μια παρόμοια διαδικασία έχει γίνει στη Λατινική Αμερική. Εκτός από αυτά τα άσχετα στοιχεία που συνεχίζουν να υπάρχουν από τις λαϊκές θρησκείες, οι ιερές γραφές όλων των μεγάλων θρησκειών επιδεικνύουν εσωτερικές αντιφάσεις και ασυνέπειες. Στη φύση της θρησκείας υπάρχουν συχνά ασάφειες: η θρησκευτική γλώσσα δεν αποσκοπεί να είναι ξερά επιστημονική· επιδιώκει να είναι ποιητική, να φέρνει στον νου αναμνήσεις και μερικές φορές να προκαλεί συναισθηματικές αντιδράσεις παρά να είναι στενά γνωστική. Μια τέτοια γλώσσα μπορεί συχνά να ερμηνεύεται ξανά, να λαμβάνεται κυριολεκτικά, αλληγορικά, μεταφορικά ή συμβολικά, παράγοντας έτσι αποκλίνουσες αντιδράσεις. Αυτές και άλλες πηγές, ειδικά καθώς οι ειδικοί για τις θρησκείες προσπάθησαν να συμβιβάσουν θρησκευτικά αποφθέγματα με εμπειρικά δεδομένα, έχουν δημιουργήσει διαφορές μεταξύ αυτών των ειδημόνων οι οποίοι έχουν, κατά καιρούς, ενστερνιστεί αντιτιθέμενες ερμηνευτικές κατευθύνσεις και επεξηγηματικές αρχές, πράγματα που μερικές φορές έχουν δημιουργήσει διαφορετικές παραδόσεις, ακόμη και μέσα σ’ αυτό που έχει ευρέως αναγνωριστεί ότι είναι ορθόδοξο. Αυτά τα θέματα, λοιπόν, αποτελούν μια πηγή της θρησκευτικής ποικιλομορφίας: ότι το κάτι άλλο προκύπτει από εσκεμμένη διαφωνία.

VIII. Η Συχνότητα Εμφάνισης της Διαφωνίας
ΚΑΝΤΕ ΛΗΨΗ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΒΙΒΛΟΥ