Επειδή αυτοί που κατέχουν την εξουσία, καθώς και το κοινό εν γένει στον δυτικό χριστιανικό κόσμο, έχουν τόσο συχνά δώσει στενό ορισμό για τη θρησκεία σύμφωνα με το γνώριμο υπόδειγμα από την ειλημμένη παράδοση του ορθόδοξου Χριστιανισμού, ίσως οι νέες θρησκείες, κατά τη μακρά πορεία της ιστορίας, να υπήρξαν αντικείμενο συχνά έντονης αντίθεσης. Φυσικά, το θέμα πηγαίνει πίσω πέρα από την εγκαθίδρυση του ίδιου του Χριστιανισμού. Στον ρωμαϊκό κόσμο οι πρώτοι χριστιανοί ήταν οι ίδιοι εκτεθειμένοι σε κατηγορίες που εξακολουθούν να είναι γνωστές: οι χριστιανοί κατηγορούνταν ότι δήθεν χώριζαν οικογένειες, κατηγορούνταν ότι είχαν ιδιοτελή κίνητρα, λεγόταν γι’ αυτούς ότι εμπλέκονταν σε σεξουαλικά όργια κι ότι προσπαθούσαν να διεισδύσουν στην κοινωνική ελίτ σε αναζήτηση καταχθόνιων πολιτικών σκοπών. Ο χαρακτήρας του Χριστιανισμού που αποκλείει κάθε τι άλλο προσέλκυσε τέτοιους ισχυρισμούς, αλλά αυτό το ίδιο γνώρισμα, μαζί με τον ζήλο για προσηλυτισμό, κατέστησε τον ίδιο τον Χριστιανισμό ένα ασυναγώνιστο μέσο θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, που εξακολουθεί να υφίσταται, σε ορισμένες χώρες και σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό στη σύγχρονη εποχή. Έτσι, οι κουάκεροι βίωσαν άγριες διώξεις στα χέρια των αρχών στην Αγγλία του 17ου αιώνα, όταν πολλοί απ’ αυτούς φυλακίστηκαν μόνο και μόνο γιατί διακήρυξαν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Οι Μεθοδιστές, ως νέα θρησκεία τον 18ο αιώνα στην Αγγλία, δέχονταν επιθέσεις και ξυλοδαρμούς. Μερικά από τα παρεκκλήσια τους τα κατεδάφιζαν με τη συνενοχή ή ακόμη και με την υποκίνηση των τοπικών δικαστικών αρχών μερικές φορές. Στα τέλη του 19ου αιώνα, υπήρξαν ταραχές στην Αγγλία εναντίον του Στρατού της Σωτηρίας, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν κάποια από τα μέλη του, ενώ στην Ελβετία ο Στρατός της Σωτηρίας κατηγορήθηκε δημόσια για απάτη και οικονομική εκμετάλλευση και οι Μορμόνοι, που μερικές φορές φυλακίζονταν όταν προσπαθούσαν να στρατολογήσουν νέα μέλη στη Σκανδιναβία, αντιμετώπιζαν παρόμοιες κατηγορίες. Η ιστορία έχει καταγράψει ξεκάθαρα την αντίθεση προς τις νέες μορφές θρησκευτικής και πνευματικής έκφρασης, ακόμη και στις πιο δημοκρατικές και, υποτίθεται, πιο ανεκτικές χώρες του δυτικού κόσμου. Έναντι αυτής της καταγραφής της ιστορίας, τα πρόσφατα ψηφίσματα των διεθνών οργανισμών, τα οποία απαιτούν από τα κράτη να εφαρμόσουν και να ενθαρρύνουν την ανεξιθρησκία, έρχονται σε έντονη αντίθεση.